Το Αριστερό Ντάρμα

Πριν αρκετά χρόνια, ένας από τους κορυφαίους βουδιστές ηγούμενους της Ταϊλάνδης ήταν καλεσμένος σε τηλεοπτική συζήτηση. Όταν τέθηκε το θέμα της εκτεταμένης διαφθοράς των πολιτικών της χώρας, της διαπλοκής τους με επιχειρηματικά και άλλα συμφέροντα, ο ηγούμενος είπε – χαριτολογώντας – ότι θα πρέπει να αναλάβουν τη διακυβέρνηση οι βουδιστές μοναχοί, διότι είναι ελεύθεροι από τις προσκολλήσεις και τις προσωπικές φιλοδοξίες, οπότε δεν θα τους διαφθείρουν τα συμφέροντα.

Καθότι όμως η ιστορία επαναλαμβάνεται ως Τσίπρας, το παραπάνω επιχείρημα διατυπώνεται εκ νέου και από ένα κομμάτι του προεδρικού ΣΥΡΙΖΑ. Σύμφωνα με τη λογική του, η Αριστερά στην κυβέρνηση είναι ό,τι πιο φιλολαϊκότερο και, σε κάθε περίπτωση, καλύτερο από το να αφεθεί η διακυβέρνηση της χώρας στο προσωπικό του χρεωκοπημένου πολιτικού συστήματος. Διότι η κυβέρνηση του αριστερού πρωθυπουργού θα απαλύνει τον κοινωνικό πόνο της επερχόμενης συμφωνίας με αντισταθμιστικά μέτρα – στο μέτρο πάντα του εφικτού – εκεί που οι δυνάμεις του πολιτικού κατεστημένου θα κρατούσαν ανάλγητη στάση και θα έπαιζαν το παιχνίδι των δανειστών. Ως απόδειξη της αριστεροσύνης του Τσίπρα προβάλλεται συνήθως το αγωνιστικό του παρελθόν και η πάλαι ποτέ κινηματική του συμμετοχή.

Ο Τσίπρας είναι η συνέχιση του Βουδισμού με άλλα μέσα. Τόσο ο ηγούμενος όσο και αυτός (ή το κομμάτι του ΣΥΡΙΖΑ που εξακολουθεί να του δίνει ψήφο εμπιστοσύνης) ανάγουν την προσωπική τους νομιμοποίηση στην πρόσβαση σε μια μεταφυσική αρχή – ο ένας στο Ντάρμα, ο άλλος στην Αριστεροσύνη – με την οποία αξιώνουν προνομιακή επικοινωνία, και η οποία νικάει τη φθορά της εξουσίας. Η πορεία μου στο Ευγενές Οκταπλό Μονοπάτι εξασφαλίζουν πως όταν μου χτυπήσουν την πόρτα οι επιχειρηματίες με μίζες, εγώ θα γυρίσω την πλάτη στα χρήματά τους• οι παλιές αγωνιστικές μου περγαμηνές εξασφαλίζουν ότι, ως μέλος της κυβέρνησης, θα είμαι δικαιότερος και φιλολαϊκότερος από το κατεστημένο πολιτικό προσωπικό. Η διαφορά τους είναι ότι ο μεν ηγούμενος αστειευόταν, ο Τσίπρας όμως τα πιστεύει στα σοβαρά.

Η προφητική αυτή αξίωση υπονοεί ότι υπάρχει μια εξω-ιστορική ουσία, το Αριστερό Ντάρμα, παραγόμενο από την τριβή με κινηματικές και αγωνιστικές διαδικασίες, το οποίο έχει τη δύναμη να κερδίσει την αυτοπαγίδευση της εξουσίας. Αυτό το Αριστερό Ντάρμα είναι προφανώς αποθηκεύσιμο: μια φορά στη ζωή σου να έρθεις σε επαφή μαζί του, θα διατηρηθεί και στο μέλλον η προνομιακή σου πρόσβαση σ’ αυτό, ανεξαρτήτως της μεταβολής των συνθηκών και του προσωπικού σου στάτους. Συνθηματικά, θα μπορούσαμε να πούμε: καθότι ο Λαλιώτης υπήρξε στα νιάτα του αγωνιστής και ήρωας, δεν μπορεί παρά να γίνει ένας τίμιος και αδιάφθορος υπουργός. Μία είναι η Αριστερά και προφήτης Της ο Τσίπρας.

Ίσως ο πρωθυπουργός αναπτύξει κάποτε αυτές του τις στάσεις, ίσως τις θεωρητικοποιήσει και φτιάξει έναν δικό του Βουδισμό με Ευγενές Οκταπλό Αριστερό Μονοπάτι. Προς το παρόν, μετά από έξι μήνες διακυβέρνησής του, τώρα που η Die Welt τον λέει κυρίαρχο του πολιτικού παιχνιδιού στη χώρα, «ισχυρό σαν βασιλιά», και οι Νew York Times τον λένε «ρεαλιστή με φρόνηση» από εκεί που κάποτε ήταν ένας ιδεαλιστής ριζοσπάστης, το Αριστερό Ντάρμα αποδεικνύεται μυστηριώδες για όλους εμάς, τους προσκολλημένους στον κόσμο των ψευδαισθήσεων, άγνωστες οι βουλές του.

«Αυτή η Βουλή δεν θα υπογράψει νέο μνημόνιο!» έλεγε θριαμβευτικά ο νικητής των τελευταίων εκλογών, ενώ στις 30 Ιανουαρίου μάς ενημέρωνε για ποιο λόγο θα είναι ένας ΡΙΖΙΚΑ διαφορετικός πρωθυπουργός από όλους τους προηγούμενους: «Οι προκάτοχοί μου επέλεξαν άλλα να λένε προεκλογικά και άλλα να κάνουν μετεκλογικά. Σκέφτομαι να πρωτοτυπήσω και να μείνω συνεπής στις δεσμεύσεις μου». Όλα αυτά, βλέπω, σήμερα τα αντιμετωπίζει με την τακτική: «Εντάξει, είπα και μια κουβέντα παραπάνω, μην το κάνουμε θέμα» («μην παραπέμπετε σε μια ομιλία μου του 2012, ας αφήσουμε το πλαίσιο αυτό της λαϊκίστικης προσέγγισης» είπε στη συνέντευξή του στο Κόκκινο, αυτο καταλαβαίνω ότι εννοεί). Δεν είμαστε αρκετά ώριμοι ακόμα για να διακρίνουμε τη διαφορά του ουσιώδους από το μη-ουσιώδες, των σοβαρών τοποθετήσεων από τους αυθόρμητους ενθουσιασμούς, στον λόγο του δαχτυλιδοκουβαλητή της Αριστεράς.

Πάντως, ακόμα πιο διαφωτιστικό είναι ότι το Αριστερό Ντάρμα περιλαμβάνει έναν ασαφή Χιλιασμό: όταν αλλάξουν οι πολιτικοί συσχετισμοί στην Ευρώπη, όταν γίνουν διεθνώς περισσότερο ορατά τα αδιέξοδα της λιτότητας, όταν έρθουν στα πράγματα οι Ποδέμος, όταν αλλάξει η Ευρωζώνη... τότε θα ανατρέψουμε τα μνημόνια και θα μαλακώσει η σκληρή καρδιά των δανειστών. Κάποτε θα βρεθούν τα άστρα στη σωστή τους θέση. Βλέπω ότι ένα κομμάτι του προεδρικού ΣΥΡΙΖΑ όσο κι ο ίδιος ο Τσίπρας (συνέντευξη στο Κόκκινο: «Αυτό που μένει είναι η απόλυτη επιβεβαίωση σε διεθνές επίπεδο του αδιέξοδου δρόμου της λιτότητας») προβάλει συνεχώς αυτόν τον ασαφή Χιλιασμό, περιμένει τα άστρα να βρεθούν στη σωστή τους θέση.

Ακόμα πιο διαφωτιστικό όμως είναι όμως ότι το Αριστερό Ντάρμα δεν είναι εκδικητικό, περιλαμβάνει βουδιστική συμπόνοια για όλα τα πλάσματα της γης, ακόμα και για την ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΧΡΥΣΟΣ («δεν μπορεί η δικαίωση του αγώνα στις Σκουριές να ταυτίζεται με μια εκδικητική άποψη ότι οι εργαζόμενοι της εταιρείας πρέπει να μείνουν χωρίς δουλειά», συνέντευξη στο Κόκκινο).

Περιλαμβάνει επίσης μη-βία και Γκάντι: «Ο ρόλος του αστυνομικού δεν είναι να ξυλοκοπεί ή να δημιουργεί συνθήκες κατάλυσης της δημοκρατικής νομιμότητας μιας διαδήλωσης», σχολίασε ο πρωθυπουργός για τη διαδήλωση της 16ης Ιουλίου («ένιωσα ένα χτύπημα στην πλάτη και έπεσα κάτω. Ένας αστυνoμικός των MAT με κλώτσησε στo κεφάλι. Χτύπησαν τo κεφάλι μoυ στην πόρτα της κλούβας» κ.α.)

Τέλος, το Αριστερό Ντάρμα μιλάει κινέζικα: τώρα ο Τσίπρας σιν νιε χάου με τους ανθρώπους της κινέζικης κυβέρνησης, εκεί που πριν έξι χρόνια κατακεραύνωνε το πόδι που έβαλε η Cosco στον Πειραιά. Αυτά τα λόγια με σφίξανε σαν πένσα:

Ο ΡΕΑΛΙΣΤΗΣ
Θυμάσαι που υποσχόσουνα μια αλλιώτικη πορεία
Με πάθος και δεσμεύσεις, σαν αρχαία τραγωδία;
Τώρα κοκορεύεσαι απάνω στον εξώστη
Και μιλάς στο πόπολο σαν τον ναυαγοσώστη.

Στη φίλη μου τη Ράνια που σ’ έχει ερωτευτεί
Θα σε καταγγείλω, πρόεδρε ρεαλιστή
Άσκοπα ελπίζει, θα πάω να της πω,
Απ’ αυτήν τη κότα κάποτε να δει αυγό.

Τίποτα πια δεν σ’ απειλεί, μόνος σου παίζεις τώρα
Άρχοντας των Δαχτυλιδιών, την έσωσες τη χώρα
Κι ό,τι σε γλιτώνει και σου δίνει την αιτία,
Είναι που χρειάζεται κι αυτή η συμφωνία.

Ο πρώτος προβοκάτορας, το πρώτο τρολ μοιραία
Είναι η αφεντιά σου που αντιγράφει τον Ανδρέα.
Άλλαξες τροπάριο, η φρόνηση επενέβη
Σαν το δόγμα του ρεαλισμού που σε βολεύει.

Χαρά να σε γιαούρτωνα εκεί που ρητορεύεις
Που αυτοακυρώνεσαι και που εκλογικεύεις
Παίρνεις τις ελπίδες μου και μου τις κάνεις λιώμα
Έφτιαξες δικό σου μαγαζί μέσα στο κόμμα.


Το Άνισο Ζύγισμα

Μια φορά κι έναν καιρό, ένας βασιλιάς περιόδευε στη χώρα με τη συνοδεία του. Σε κάποια στιγμή, βλέπει έναν ψαρά να τραβάει τα δίχτυα του όμως να βγάζει ελάχιστα μόνο ψάρια. Ο βασιλιάς τον ρώτησε αν είναι ευχαριστημένος από τη δουλειά του κι αν τα βγάζει πέρα. 
-- «Δύσκολα...» απάντησε ο ψαράς. «Έχω οικογένεια με τέσσερα παιδιά. Δεν μπορούμε να χορτάσουμε ψωμί». Ο βασιλιάς τον συμπόνεσε και του είπε:
-- «Ρίξε πάλι τα δίχτυα σου στη θάλασσα. Κι όσα ψάρια βγάλεις, το βάρος τους θα σου το δώσω σε χρυσό». 
Συνοψίζω ένα παραμυθάκι από τη συλλογή Παλιές Πηλιορείτικες Ιστορίες του Παπαντώνη, έκδοση της Κοινότητας Πορταριάς, 2008. Ο Παπαντώνης ήταν ο Αντώνιος Μούχτης, 1855 – 1943, παπάς στην προπολεμική Πορταριά και ονομαστός παραμυθάς. Πολλά χρόνια μετά τον θάνατό του, τα εγγόνια του Παπαντώνη κάθισαν μαζί και προσπάθησαν να θυμηθούν όσα περισσότερα παραμύθια του παππού μπορούσαν. Έτσι προέκυψε η συλλογή.
Χάρηκε ο ψαράς κι έριξε πάλι τα δίχτυα του στη θάλασσα. Όταν όμως μετά άρχισε να τα τραβάει, η χαρά του έσβησε καθώς τα έβλεπε να βγαίνουν άδεια. Τελικά δεν υπήρχε τίποτα μέσα στα δίχτυα, παρά μόνο ένα μάτι ψαριού, μεγάλο και στρογγυλό σαν χάντρα. 
Ο βασιλιάς διέταξε να βάλουν το μάτι στον ένα ζυγό της ζυγαριάς, κι αυτή αμέσως έγειρε προς τη μεριά του. Στον άλλο ζυγό ο βασιλιάς έριξε μια χρυσή λίρα, όμως το μάτι συνέχισε να βαραίνει περισσότερο. Έριξε κι άλλη λίρα, κι άλλη, κι άλλη, κι άλλη, όμως η ζυγαριά έγερνε μόνιμα προς τη μεριά του ματιού. Όλοι απόρησαν και φοβήθηκαν. Οι σοφοί του παλατιού δεν μπορούσαν να δώσουν καμία εξήγηση. Κάποιος τότε πρότεινε να φέρουν έναν γέρο καλόγερο, ονομαστό για τις γνώσεις και τη σοφία του, που έμενε σ’ ένα κελί εκεί κοντά. Ο βασιλιάς διέταξε τους ανθρώπους του, αυτοί πήγαν στο κελί και μετά από λίγο έφεραν τον ηλικιωμένο καλόγερο. 
Τα περισσότερα παραμύθια του ο Παπαντώνης τα άκουσε από έναν περιπλανώμενο μοναχό ονόματι Γεδεών, που πέρασε από την Πορταριά κι εγκαταστάθηκε σ’ ένα κελί της εκκλησίας. Κανείς δεν ήξερε ποιος ήταν ο μοναχός αυτός, από πού κατάγετο και πού άκουσε τα παραμύθια (ή μήπως τα έφτιαξε ο ίδιος;)
Ο καλόγερος είδε την κατάσταση, χαμογέλασε και πήρε μια φούχτα χώμα από κάτω. Την έριξε στο μάτι του ψαριού, το σκέπασε με χώμα, κι αμέσως η ζυγαριά έγειρε προς τον ζυγό με τις λίρες. Όλοι έμειναν κατάπληκτοι. Ο καλόγερος εξήγησε: 
-- Αυτό το μάτι του ψαριού είναι σαν το μάτι του ανθρώπου. Όσο είναι ανοιχτό, είναι αχόρταγο. Θέλει κι άλλα, κι άλλα, θέλει να συσσωρεύσει πλούτη, που όταν όμως έρθει η στιγμή και κλείσει τα μάτια του, δεν θα τα πάρει μαζί του. Τότε δεν θα ‘χουν καμία αξία γι’ αυτόν.
Ο βασιλιάς τ’ άκουσε κι έμεινε σκεπτικός. Ο ίδιος ήταν πολύ πλούσιος... Στο τέλος φώναξε τον ψαρά και του έδωσε όλες τις λίρες που ήταν πάνω στη ζυγαριά. 
Ωραίο παραμυθάκι, χριστιανικό, όμως όταν το διάβασα ένιωσα ότι κάτι μου θύμιζε. Κάπου είχα ξανακούσει κάτι παρόμοιο. Το βρήκα μετά από λίγο: ήταν μια ιστορία από τη Μαχαμπαράτα (την αποδίδω όπως ο Peter Brook στο ομώνυμο φιλμ, η καθαυτό ιστορία από το ινδικό έπος είναι μάλλον κουραστική, εγκεφαλική και μεγάλη):
Ο βασιλιάς Σίβι είχε τη φήμη του καλού και του δίκαιου. Μια μέρα, εκεί που καθόταν στην αυλή του, πέφτει ένα εξαντλημένο και κατατρομαγμένο περιστέρι στην αγκαλιά του. Ο βασιλιάς το συμπόνεσε και ορκίστηκε να το φροντίσει. Όμως ξαφνικά ακούει ένα άγριο κρώξιμο. Κοιτάζει και βλέπει πιο πέρα ένα γεράκι αποστεωμένο από την πείνα. 
-- «Δώσε μου αυτό το περιστέρι», είπε το γεράκι. «Είναι η λεία μου». 
Ο βασιλιάς Σίβι αρνήθηκε. Είπε ότι το περιστέρι πλέον βρισκόταν υπό την προστασία του κι ότι δεν θα το άφηνε να θανατωθεί. 
-- «Όμως», είπε το γεράκι, «αυτό σημαίνει ότι θα θανατωθώ εγώ από την πείνα. Καλώς ή κακώς η φύση μου είναι να κυνηγώ περιστέρια. Κι η ζωή του περιστεριού δεν είναι καλύτερη ή χειρότερη από τη δική μου». 
Ο βασιλιάς αναγνώρισε ότι το γεράκι είχε τα δίκια του, όμως αυτό ειδικά το περιστέρι δεν μπορούσε να του το δώσει.
-- «Ζήτα μου ό,τι άλλο θέλεις», είπε στο γεράκι. Το αρπαχτικό σκέφτηκε λίγο και στο τέλος απάντησε: 
-- «Μόνο ένα πράγμα μπορώ να δεχτώ αντί για το περιστέρι, μια που το πήρες υπό την προστασία σου. Θέλω ένα κομμάτι κρέας από το σώμα σου ίσο σε βάρος με το περιστέρι». 
Ο βασιλιάς Σίβι διέταξε να του φέρουν μια ζυγαριά κι ένα μαχαίρι. Έβαλε το περιστέρι (που έτρεμε ακόμα από τον φόβο) στον ένα ζυγό κι η ζυγαριά έγειρε προς το μέρος του πουλιού. Ο βασιλιάς υπολόγισε λίγο, και με μια αποφασιστική κίνηση έκοψε ένα κομμάτι κρέας από τον μηρό του. Το έβαλε στον άλλον ζυγό, όμως η ζυγαριά έγερνε ακόμα προς τη μεριά του περιστεριού. Ο βασιλιάς έκοψε κι άλλο κομμάτι κρέας, κι άλλο, κι άλλο, κι άλλο, τα έβαλε στη ζυγαριά όμως το περιστέρι συνέχισε να είναι βαρύτερο. Στο τέλος ο καταματωμένος και ακρωτηριασμένος βασιλιάς ανέβηκε ο ίδιος στη ζυγαριά, όμως αυτή έγερνε πάντα προς τη μεριά του περιστεριού. 
Ο βασιλιάς σήκωσε τα μάτια του και είδε τα δυο πουλιά να στέκονται μπροστά του τυλιγμένα σε μια εξώκοσμη αύρα: ήταν θεϊκά όντα. 
-- «Το περιστέρι κι εγώ ήρθαμε να σε δοκιμάσουμε», είπε το γεράκι. «Ήρθαμε να δούμε τον πιο δίκαιο βασιλιά του κόσμου». 
Οι δύο ιστορίες έχουν αυτό το κοινό στοιχείο, το άνισο ζύγισμα. Κάτι που φαίνεται μικρό και ελαφρύ, παραδόξως αποδεικνύεται βαρύτατο στο φινάλε. Κάποια πράγματα στη ζωή έχουν τεράστιο ειδικό βάρος, πολύ περισσότερο από αυτό που νομίζουμε αρχικά.

Φυσικά, δεν μπορούμε να αποκλείσουμε ότι οι άγνωστοι συγγραφείς της Μαχαμπαράτα κι ο αγνώστων λοιπών στοιχείων καλόγερος Γεδεών (ή ο Παπαντώνης ή αυτός που είπε την ιστορία στον Γεδεών ή στον Παπαντώνη) έτυχε να έχουν παρόμοια έμπνευση. Εμένα πάντως η ομοιότητα των δύο ιστοριών μού φαίνεται μεγάλη για να είναι τυχαία. Από την άλλη, απίθανο να ήταν γνωστή η Μαχαμπαράτα στην προπολεμική Ελλάδα, αν και δεν έχω ιδέα πότε αποδόθηκε στα ελληνικά πρώτη φορά. Τι συμπέρασμα να βγάλω;

Σίγουρα ότι πολλά πράγματα στη ζωή δεν μπαίνουν εύκολα στο ζύγι και στο μέτρημα.

ΥΓ: Όποιος θέλει να διαβάσει την ιστορία του βασιλιά Σίβι όπως ακριβώς περιέχεται στη Μαχαμπαράτα, μπορεί να δοκιμάσει τις αντοχές του εδώ